της Όλγας Καρυώτη
Μετά τις δηλώσεις του υφυπουργού Οικονομίας της Γερμανίας, Στέφαν
Καπφέρερ, σχετικά με την αναγκαιότητα δημιουργίας Ειδικών Οικονομικών
Ζωνών (ΕΟΖ) για τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας και την αύξηση της
ανταγωνιστικότητας, ήρθε στην επιφάνεια η προσπάθεια προώθησης τέτοιων
εγχειρημάτων που καταβάλλεται εδώ
και αρκετό καιρό από διάφορους
τοπικούς και περιφερειακούς φορείς, οργανώσεις, διοικητικές αρχές όπως
οι Περιφέρειες (με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση της Πελοποννήσου),
εμπορικά και βιομηχανικά επιμελητήρια, όπως της Μακεδονίας και της
Θράκης κ.ά., και φυσικά το think tank Χρηματοοικονομικό Φόρουμ Θράκης,
του οποίου η μελέτη για την υλοποίηση ΕΟΖ στη Θράκη έχει συμπεριληφθεί
στον φάκελο του υπουργείου Ανάπτυξης που θα σταλεί για έγκριση στις
Βρυξέλλες στις αρχές του 2012. Λέγεται επίσης ότι μετά τη Θράκη θα
ακολουθήσουν η Ήπειρος, η Πελοπόννησος, η Θεσσαλία και η Αττική.
Στις ΕΟΖ της Ελλάδας, οι επιχειρήσεις θα απολαμβάνουν μείωση
φορολογικών συντελεστών τουλάχιστον κατά 10%. Οι διαδικασίες διαγωνισμών
και αδειοδοτήσεων και οι διοικητικές διαδικασίες θα γίνονται σε ρυθμούς
εξπρές (fast track) μέσω της δημιουργίας, αποκλειστικά για την ΕΟΖ,
ανεξάρτητης διοικητικής αρχής που θα επιβλέπει την ταχεία διεκπεραίωση
των διαδικασιών για την υλοποίηση των επενδύσεων, θα λειτουργεί με
αποκλειστική ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης και θα αποτελέσει υπόδειγμα
για την ελαχιστοποίηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών σε όλη την
επικράτεια. Όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς διαβεβαιώνουν ότι δεν θα θιγούν
τα εργασιακά δικαιώματα· η ίδρυση ΕΟΖ στη Θράκη υποστηρίζεται με το
επιχείρημα των έκτακτων οικονομικών συνθηκών στη χώρα και των συνθηκών
αθέμιτου ανταγωνισμού που προκύπτουν λόγω γειτνίασης με τη Βουλγαρία και
την Τουρκία, οι οποίες ήδη διαθέτουν ΕΟΖ.Ο Αλέξης Μητρόπουλος, σε άρθρο του για τις ΕΟΖ, γράφει στα Επίκαιρα (22.9.2011): «Το φαινόμενο αυτό είναι ομόλογο του πολεμικού φαινομένου, της εκστρατείας, δηλαδή, μιας στρατιωτικής δύναμης εναντίον μιας αδύναμης –συνήθως– χώρας προς κατάκτηση των πλουτοπαραγωγικών της πηγών. Είναι η λεγόμενη διαδικασία της διά των όπλων “πρωτογενούς συσσώρευσης”. Αν υπάρχει κατάκτηση διαρκείας, τότε πρόκειται για την περίπτωση τη αποικιοποίησης ή της δημιουργίας περιφερειακού προτεκτοράτου. Αν ο επιδρομέας αποχωρήσει νωρίς, τότε πρόκειται περί μιας λεηλασίας του οικονομικού και κοινωνικού κεκτημένου της κατακτούμενης χώρας, όπου στη θέση της προηγούμενης παραδοσιακής, οικονομικής, πολιτιστικής και κοινωνικής ζωής εμφανίζονται τα ερείπια της προκλητικής, ασύστολης, “απελευθερωμένης” από κανόνες, ήθη και έθιμα, πρόσκαιρης και κερδοσκοπικής οικονομικής δραστηριότητας. Αυτή είναι η φύση των Ειδικών Οικονομικών ή Επενδυτικών Ζωνών, που σχεδιάζεται από τους Γερμανούς, υπό τον εύηχο –αν και αρνητικά φορτισμένο για τους προοδευτικούς Έλληνες– τίτλο “Σχέδιο Μάρσαλ” ή, για να δοθεί περισσότερη έμφαση στην κοινοτική “συμπαράσταση”, “γερμανική απόβαση στην Ελλάδα”». Ξαφνικά, η Ελλάδα μοιάζει να μετατρέπεται σε κάποιο παρθένο δάσος των Ινδιών. Ο ελληνικός λαός, οποιασδήποτε κοινωνικής τάξης, γίνεται μαοϊκός ναξαλίτης αντάρτης που μάχεται ενάντια στην απαλλοτρίωση της γης του από τους ξένους ιμπεριαλιστές της χημικής βιομηχανίας και τους ντόπιους κρατικούς εκπροσώπους τους. Ο Δημήτρης Πατέλης, επίκουρος καθηγητής φιλοσοφίας του Πολυτεχνείου Κρήτης και μέλος της προσωρινής πολιτικής επιτροπής του ΕΠΑΜ, γράφει στο blog του ΕΠΑΜ Χανίων σχετικά με τις ΕΟΖ: «Δεν θέλουμε ούτε το νόμισμά τους, είτε ευρώ είτε άλλο που ετοιμάζονται να εφεύρουν, ούτε έχουμε ανάγκη τα παραμύθια τους να αισθανόμαστε ευρωπαίοι –δηλαδή ανώτεροι από το είναι μας– και να είμαστε σκλάβοι τους, αυτή ήταν η μολυσμένη τροφή με την οποία μας έθρεψαν ως πτωχούς ιθαγενείς τις τελευταίες δεκαετίες οι δωσίλογοι που σήμερα αποκαλύπτουν το αποτρόπαιο πρόσωπό τους. Τις Ειδικές Οικονομικές Ζώνες προς το παρόν δεν τις προβλέπουν άλλωστε στην επικράτειά τους, ενώ αντίθετα για μας τις ετοιμάζουν ταχύτατα με τη βοήθεια του κ. Τατούλη. Ποιοι λοιπόν άλλοι τον ακολουθούν στο Περιφερειακό Συμβούλιο Πελοποννήσου για να ερημώσουν πολιτισμικά και να αλώσουν εθνικά το λίκνο του νέου Ελληνικού κράτους;». Ακόμα χειρότερα, αυτά τα λόγια παραπέμπουν μάλλον στην εποχή των Κινέζων Μπόξερ που μάχονταν ενάντια στον δυτικό ιμπεριαλισμό και την κουλτούρα του, στις αρχές του 20ού αιώνα.
Η ηγεμονική θέση του χρηματιστικού και βιομηχανικού κεφαλαίου
γερμανικών συμφερόντων στην ΕΕ και την Ευρωζώνη είναι προφανής. Στην
περίπτωση των ΕΟΖ, η εμπλοκή των Γερμανών τεχνοκρατών υπήρξε καταλυτική,
και φυσικά με το αζημίωτο. Η πρόεδρος του Χρηματοοικονομικού Φόρουμ
Θράκης, Κατερίνα Καραγιάννη, είναι Ελληνογερμανίδα και πρώην στέλεχος
της Deutsche Bank. Τη νομική μελέτη του Φόρουμ για την πραγματοποίηση
της ΕΟΖ στη Θράκη εκπόνησε γερμανική εταιρεία. Η ευρωενωσιακή Task
Force, που με την έκθεσή της τονίζει την αναγκαιότητα δημιουργίας ΕΟΖ
και επίσπευσης του προγράμματος Helios, έχει επικεφαλής τον Γερμανό
Χορστ Ράιχενμπαχ, αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανοικοδόμησης και
Ανάπτυξης. Ο υφυπουργός Εργασίας της Γερμανίας Χανς Γιόαχιμ Φούχτελ,
εντεταλμένος της Ελληνογερμανικής Συνέλευσης κατ’ εντολή Μέρκελ,
εγκαθίσταται στο προξενείο της Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη για την
υλοποίηση της απορρόφησης κονδυλίων του ΕΣΠΑ, με σκοπό τη χρήση τους για
την προσέλκυση γερμανικών επενδύσεων. Η επικέντρωση, ωστόσο, στο
ισχυρότερο ευρωπαϊκό κράτος της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας λειτουργεί με
τρόπο στρεβλωτικό, γιατί απλούστατα οι υπόλοιποι κρίκοι γίνονται
δυσδιάκριτοι, καθώς καλύπτονται από τα φούμαρα αριστερών και δεξιών
εθνικοπατριωτικών κορωνών. Το χειρότερο, κοιτάζοντας μονάχα τον
«εξωτερικό εχθρό», ο ελληνικός κρίκος αυτής της αλυσίδας εξαερώνεται. Η
έννοια του ιμπεριαλισμού επιστρέφει στο πρωτόλειο περιεχόμενό της. Οι
Γερμανοί θεωρούν ότι εκπολιτίζουν τους νότιους βάρβαρους και οι Έλληνες
θεωρούν ότι γίνονται θύματα της επέλασης των βόρειων βαρβάρων. Η ένταση
όμως της βαρβαρότητας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, το πραγματικό
λίκνο κάθε σύγχρονου κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, εντείνεται και
πολλαπλασιάζεται όσο συγκαλύπτεται η βασική κοινωνική διαιρετική τομή
μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας.
Ενώ ο αντίλογος στις ΕΟΖ επικεντρώνεται στις εργασιακές συνθήκες
άγριας εκμετάλλευσης που, όπως γνωρίζουμε, ισχύουν στις ΕΟΖ των
λεγόμενων αναπτυσσόμενων χωρών, επικαλείται εξίσου την επερχόμενη
συντριβή, από το μεγάλο κεφάλαιο, των ελληνικών μικρομεσαίων
επιχειρήσεων (επιχειρήσεων δηλαδή που απασχολούν από ελάχιστους αλλά
μέχρι και 250 εργαζόμενους), οι οποίες αποτελούν τη συντριπτική
πλειοψηφία της επιχειρηματικής δραστηριότητας στη Μακεδονία και τη
Θράκη, δίνοντας πάντα έμφαση στον αποικιοκρατικό χαρακτήρα των ΕΟΖ και
την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας. Παραβλέπεται έτσι αφενός η συμβολή
των εμπορικών και βιοτεχνικών επιμελητηρίων και του ελληνικού κεφαλαίου
στη διαδικασία και επισκιάζεται αφετέρου η σύγκρουση των συμφερόντων των
εργατών της Ελλάδας με τα συμφέροντα των μικρών, μικρομεσαίων και
μεγάλων αφεντικών. Άλλωστε, οι ομοσπονδίες των επαγγελματοβιοτεχνών που
εξανίστανται για το εν λευκώ «ναι» των επιμελητηρίων στις ΕΟΖ δεν το
κάνουν επειδή ανησυχούν για την επικράτηση άθλιων εργασιακών συνθηκών
και την απαγόρευση του συνδικαλισμού. Μικροί, μεσαίοι και μεγάλοι
εργοδότες δεν διστάζουν να καταπατούν εργατικά ή ακόμα και ανθρώπινα
δικαιώματα προς αύξηση των κερδών τους χωρίς την ύπαρξη κάποιας ΕΟΖ.
Επιπλέον, παραγνωρίζεται το γεγονός ότι το ούτως ή άλλως καχεκτικό
εργατικό δίκαιο της χώρας έχει ήδη αλωθεί εν πολλοίς στο σύνολο της
επικράτειας, μια άλωση που είχε ξεκινήσει ήδη από τη δεκαετία του 1990,
εντάθηκε στην εποχή του ΔΝΤ και συνεχίζεται, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή
μη ΕΟΖ. Μήπως όμως δεν υπάρχουν ήδη άτυπες αλλά και διά νόμου «ΕΟΖ»,
που λειτουργούν εδώ και χρόνια;
Ας θυμηθούμε τα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης (άρθρο 4, Ν. 2639/1998)
ανάμεσα σε επιχειρήσεις κι εργοδοτικές ενώσεις περιοχών και τα
αντίστοιχα εργατικά κέντρα, που ξεκίνησαν να εφαρμόζονται από το 1997 σε
περιοχές με υψηλή ανεργία, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του περιεχομένου
των συλλογικών συμβάσεων εργασίας για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων,
τη δημιουργία γεωγραφικών ζωνών χαμηλού κόστους εργασίας και την
περαιτέρω διάσπαση της εργατικής τάξης και των κλαδικών συνδικάτων.
Παραγνωρίζεται επίσης το γεγονός ότι η προσπάθεια δημιουργίας Ειδικών
Οικονομικών Ζωνών χρονολογείται από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, με
τη Διασυνοριακή Ελεύθερη Βιομηχανική Ζώνη Οικονομικών Συναλλαγών (ΔΕΒΖΟΣ
Α.Ε.) στο Ορμένιο του Έβρου για τη δυνατότητα εκμετάλλευσης εργατών και
από γειτονικές χώρες, η πορεία της οποίας έχει υπάρξει αδιαφανής. Μήπως
οι Περιοχές Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (Π.Ο.Τ.Α.), που
ξεκίνησαν να μπαίνουν σε λειτουργία από το 1997 και ευνοούν τα μεγάλα
ξενοδοχειακά συγκροτήματα, δεν αποτελούν «ΕΟΖ» που εκμεταλλεύονται
Έλληνες και ξένους εργάτες (είτε μετανάστες είτε φοιτητές τουριστικών
σχολών στις ανατολικές ευρωπαϊκές χώρες) επιφέροντας καταστροφές στο
περιβάλλον και την ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά; Ας μην ξεχνάμε
ότι σε τμήμα του λιμανιού του Πειραιά, ενός από τα τρία λιμάνια στην
Ελλάδα που θεωρούνται Ζώνες Ελεύθερου Εμπορίου, η ιδιοκτήτρια COSCO έχει
επιβάλει κινεζικές εργασιακές συνθήκες. Οι Αιγύπτιοι αλιεργάτες στη
Μηχανιώνα δεν εργάζονται, άραγε, υπό ειδικό καθεστώς όταν το κράτος
αποφασίζει ότι πρέπει να ασφαλίζονται πλέον στον ΟΓΑ και όχι στο ΙΚΑ;
Πέρα από τις ήδη υπάρχουσες διά νόμου «ΕΟΖ», υφίστανται άτυπες
ειδικές οικονομικές ζώνες που η ανάπτυξή τους και η κερδοφορία τους
βασίζεται μεν στη φοροδιαφυγή (η οποία, όταν νομιμοποιείται, λέγεται
φοροαπαλλαγή και αναπτυξιακό κίνητρο), αλλά κυρίως στις εξοντωτικές
εργασιακές συνθήκες. Η ΕΟΖ της Μανωλάδας στην Πελοπόννησο είναι ένα από
τα πιο τρανταχτά (και γνωστά) παραδείγματα. Όταν ο Δ. Καζάκης ανοίγει τα
μάτια των τηλεθεατών για τη διαφορά ιδιοκτησίας και κυριότητας,
περιγράφοντας τις ΕΟΖ ως περιφραγμένα στρατόπεδα συγκέντρωσης-εργασίας,
όπου θα απαιτείται η επίδειξη ταυτότητας ή διαβατηρίου στον οπλισμένο
ιδιωτικό μπράβο της πύλης, ξεχνά τους μαντρωμένους και βάναυσα
κακοποιημένους μετανάστες που, στερημένοι από τα χαρτιά τους και
χρεωμένοι, ζουν όμηροι στην Ηλεία, όπως και τους ξυλοφορτωμένους
δημοσιογράφους που τόλμησαν να χώσουν τη μύτη τους σε… ξένα χωράφια.
Ξεχνά τη συνέργεια των αρχών αυτού του κυρίαρχου έθνους με τον φιλόξενο
πολιτισμό στο έγκλημα που συντελείται στο ιερό άβατο των σχέσεων
εκμετάλλευσης. Η υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας, ωσάν
αυτή η χώρα να αποτελείται αποκλειστικά από καλούς κι αγαθούς
ανεξάρτητους κι ελεύθερους παραγωγούς, που θίγονται από τη «συσσώρευση
δι’ απαλλοτριώσεως» του κακού γερμανικού κεφαλαίου, παρατείνει κι
εντείνει τον τρόμο και την αθλιότητα των θιασωτών του φανταστικού Δ’
Ράιχ, ενός τρόμου προκαλούμενου από την αθλιότητα μιας αντίληψης που
ακόμα αντιμετωπίζει τις εξελίξεις είτε ως νεοφιλελευθερισμό είτε ως
επεκτατισμό είτε ως παγκοσμιοποίηση.
Οι ΕΟΖ αποτελούν στην ουσία εργαλείο ανάπτυξης του καπιταλισμού από
τον 18ο αιώνα. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Δανία το αξιοποιούν
περιστασιακά εδώ κι αιώνες. Οι γεωγραφικές περιοχές που για σκοπούς
ανάπτυξης της παραγωγής και του εμπορίου εξαιρούνται από τη νομοθεσία
της υπόλοιπης επικράτειας διαφοροποιούνται μεταξύ τους ανάλογα με τις
συνθήκες και τα επιθυμητά αποτελέσματα, λαμβάνοντας διάφορες ονομασίες
(Special Economic Zones, maquiladoras, Export Processing Zones, Free
Trade Zones κ.ά.). Οι σύγχρονοι σκοποί των ζωνών αυτών περιλαμβάνουν τη
στήριξη ευρύτερων οικονομικών μεταρρυθμιστικών στρατηγικών, την αύξηση
των εξαγωγών, την προσέλκυση ξένων (και όχι μόνο) άμεσων επενδύσεων και
την αντιμετώπιση της ανεργίας.
Στη Δυτική Ευρώπη, οι ζώνες αυτές περιορίζονται στη συσκευασία και
την αποθήκευση, εξαιτίας των κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Διαδικασίες επεξεργασίας επιτρέπονται μόνο στην Ελεύθερη Ζώνη Εμπορίου
του Αμβούργου στην Γερμανία, στις Ελεύθερες Ζώνες Εμπορίου στα Κανάρια
Νησιά και τις Αζόρες στην Ισπανία, στη Μαδέρα της Πορτογαλίας και σε
υπερπόντιες περιοχές. Από την ίδια φιλοσοφία πηγάζουν τα πρoγράμματα
Ελεύθερων Αστικών Ζωνών στη Γαλλία, κατά τα πρότυπα των Επιχειρηματικών
και Ενισχυτικών Ζωνών στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ –όπου
εντοπίζονται πάνω από 85 τέτοιες ζώνες για την αναζωογόνηση των
υποβαθμισμένων αστικών περιοχών– αντίστοιχα. Οι επιχειρηματικές ζώνες
υποστηρίχθηκαν στην Αγγλία τόσο από τον εμπνευστή τους, φαβιανό
σοσιαλιστή καθηγητή Πίτερ Χολ, όσο και από τη συντηρητική κυβέρνηση της
Μάργκαρετ Θάτσερ. Οι ΗΠΑ προχώρησαν στην ψήφιση σχετικών νόμων επί
κυβέρνησης Ρέιγκαν, αλλά και Κλίντον. Μελέτες που αφορούν τις εργασιακές
σχέσεις στις εν λόγω περιοχές δεν έχουν υπάρξει. Μετά τη διάλυση του
ανατολικού μπλοκ και της Σοβιετικής Ένωσης, πολλές χώρες στράφηκαν στη
λύση των ελεύθερων ζωνών για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και την
πρόσδεσή τους στην παγκόσμια οικονομία. Κάποιες είχαν ήδη ξεκινήσει
προσπάθειες πριν τη διάλυση, με σκοπό την ενίσχυση των εξαγωγών. Η
περίπτωση της Πολωνίας, με 14 ενεργές ΕΟΖ, αποτελεί παράδειγμα του πόσο
ευπρόσδεκτες είναι στην Ευρωπαϊκή Ένωση εξαιρέσεις οι οποίες, ενώ
προβαίνουν σε αθέμιτο ανταγωνισμό και παραβιάζουν το ευρωπαϊκό εργασιακό
και κοινωνικό κεκτημένο, αποφέρουν κέρδος. Το ελληνικό κεφάλαιο έχει
κάνει μεγάλες επενδύσεις στις ΕΟΖ της Αλβανίας, της Ρουμανίας, της
Βουλγαρίας αλλά και της Πορτογαλίας.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, η Κίνα πραγματοποίησε το μεγάλο άλμα
προς τον καπιταλισμό με την ίδρυση της ΕΟΖ της Σενζέν, ενός μικρού
ψαροχωριού που μέσα σε 25 χρόνια μετατράπηκε σε αστική μητρόπολη στην
οποία πλέον εμπερικλείονται δεκάδες άλλες ειδικές ζώνες, με διαφορετικά
κίνητρα για επενδύσεις. Τα πλαφόν παραγωγής υφασμάτων και ρούχων του
Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, που ίσχυαν μέχρι το 2005, ώθησαν τις
επιχειρήσεις να μετακινούνται και να επενδύουν σε αναπτυσσόμενες χώρες
ώστε να επωφελούνται από τα υψηλά όριά τους. Το αποτέλεσμα ήταν η
εμφάνιση και ο γοργός πολλαπλασιασμός τέτοιων ζωνών (πλέον αριθμούν περί
τις 3.500) στην Ασία, τη Λατινική Αμερική, την Κεντρική και Ανατολική
Ευρώπη και την Κεντρική Ασία. Οι περισσότερες από τις θέσεις εργασίας
στις ζώνες αυτές συγκεντρώνονται σε λιγότερες από δώδεκα χώρες, με πρώτη
την Κίνα. Τα προϊόντα αφορούν υρίως ένδυση, υφάσματα, ηλεκτρικά και
ηλεκτρονικά είδη, και εξαρτώνται από το ήδη υπάρχον επίπεδο βιομηχανικής
ανάπτυξης της χώρας. Το συμπέρασμα τελικά είναι ότι οι προσπάθειες
ανάπτυξης ΕΟΖ αναλαμβάνονται από χώρες που διαθέτουν τους απαιτούμενους
θεσμούς και την τεχνογνωσία. Με άλλα λόγια, σε χώρες όπου τα εργασιακά,
αλλά και δημοκρατικά, δικαιώματα δεν είναι πρακτικά κατοχυρωμένα, όπου
επικρατούν συνθήκες εξαθλίωσης και υψηλής ανεργίας, και υπάρχει επομένως
το απαιτούμενο συγκριτικό πλεονέκτημα για την ανάπτυξη κάποιων
βιομηχανικών κλάδων μέσα στον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Σύμφωνα με
έρευνες του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, παρατηρούνται δύο τρόποι
προσέλκυσης επενδυτών όσον αφορά τα εργασιακά: είτε οι ζώνες εξαιρούνται
από την εργατική νομοθεσία, είτε δεν λαμβάνονται μέτρα για την εφαρμογή
της τελευταίας.
Η έκθεση της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Ελεύθερων Συνδικάτων (ICFTU), το
2003, για τις ΕΟΖ (που αφορούσε μόνο τις αναπτυσσόμενες χώρες)τονίζει
την καταστρατήγηση των κριτηρίων εργασίας των Συμβάσεων του Διεθνούς
Γραφείου Εργασίας τόσο από την πλευρά των επενδυτών όσο και από την
πλευρά των κρατικών αρχών. Η πρόσβαση συνδικαλιστών στον εργασιακό χώρο
είναι σχεδόν ανέφικτη. Η επικοινωνία με τους εργάτες μπορεί να γίνει
μόνο εκτός της εταιρείας, ενώ οι ζώνες κλείνονται από συρματοπλέγματα με
οπλισμένους σεκιουριτάδες και απαιτείται άδεια της διοίκησης για
είσοδο. Η συνεχής απειλή της απόλυσης, καθώς οι περισσότεροι εργαζόμενοι
έχουν συμβόλαια ορισμένου χρόνου, επιτρέπει στους εργοδότες να
παραβιάζουν την εργατική νομοθεσία. Μαζί με την υπογραφή της σύμβασης
εργασίας, οι εργαζόμενοι συχνά υπογράφουν επιστολές παραίτησης ώστε να
απολύονται όποτε το αποφασίσει η διοίκηση. Ο ρυθμός απολύσεων και
προσλήψεων είναι ιλιγγιώδης. Οι εργαζόμενοι σπάνια μένουν στις θέσεις
τους πάνω από πέντε χρόνια, και η ανανέωση του εργατικού δυναμικού
φτάνει ως το 40% κάθε μήνα. Πολλές φορές οι δηλωμένοι εργοδότες είναι
πλασματικοί. Οι απειλές απόλυσης, σωματικής βλάβης, ακόμα και θανάτου,
αποτρέπουν την οργάνωση των εργατών.
Στην Ονδούρα, οι εργαζόμενοι κατάφεραν να φτιάξουν ένα σωματείο (που
εκπροσωπεί δύο επιχειρήσεις) το οποίο επιβίωσε και ισχυροποιήθηκε χάρη
και στη διεθνή στήριξη. Οι εργαζόμενοι είχαν στόχο να φτιάξουν ένα
σωματείο για όλη τη ζώνη, ώστε να μην αναγκάζονται να περνούν αυτή τη
διαδικασία για κάθε εργοστάσιο ξεχωριστά, αλλά το υπουργείο Εργασίας
αρνήθηκε την αναγνώριση κλαδικού σωματείου. Σε κάποιες χώρες, η
διαχειριστική αρχή των ζωνών είναι κρατική και ορίζει μονομερώς τους
μισθούς και τους όρους εργασίας. Αλλού η ασφάλεια στρατολογεί
εργαζόμενους ώστε να αποτρέπεται η απεργιακή δράση. Εταιρείες κλείνουν
και ανοίγουν με άλλες ονομασίες για να ξεφορτωθούν τα σωματεία. Οι
εργοδότες στήνουν δικές τους ενώσεις εργοδοτών κι εργαζομένων και
κίτρινα σωματεία. Σε χώρες όπου δεν απαγορεύεται η απεργία εν γένει, οι
κυβερνήσεις επικαλούνται το εθνικό συμφέρον, καθώς οι εταιρείες στις
ζώνες εκλαμβάνονται ως ζωτικής σημασίας για την εθνική οικονομία, με
σκοπό οι απεργίες να κηρύσσονται τελικά παράνομες και καταχρηστικές.
Ο ελάχιστος ή μέσος μισθός ουσιαστικά δεν διαφέρει από τον μισθό της
χώρας όπου βρίσκεται η ΕΟΖ, η έλλειψη συνδικαλισμού και η αδράνεια των
Επιθεωρητών Εργασίας επιτρέπει όμως στους εργοδότες να προσλαμβάνουν
«μαύρα». Δεν καταβάλλουν υπερωρίες, δεν παρέχουν στον εργαζόμενο τον
απαιτούμενο προστατευτικό εξοπλισμό (ειδικά ρούχα, πόσιμο νερό,
εξαερισμό) και η πρακτική άσκηση διαρκεί πολύ περισσότερο απ’ ό,τι σε
κανονικές συνθήκες. Οι εργαζόμενοι κλειδώνονται στον χώρο εργασίας, με
αποτέλεσμα πολλούς θανάτους λόγω φωτιάς. Οι γυναίκες, που αποτελούν το
συντριπτικό ποσοστό των εργαζομένων στις ΕΟΖ, υποβάλλονται σε
εξευτελιστικούς ελέγχους πρόληψης εγκυμοσύνης και απολύονται αν μείνουν
έγκυες. Με τη μείωση του κύκλου ζωής των προϊόντων, ιδίως των
ηλεκτρονικών, οι γραμμές παραγωγής αλλάζουν συχνά, και οι εργάτες
οφείλουν να προσαρμόζονται – αλλιώς αντικαθίστανται. Οι προθεσμίες είναι
εξαντλητικές, η πίεση μείωσης του κόστους συνεχής. Οι ώρες εργασίας
κυμαίνονται στις 15-16 ώρες· δεν γίνονται σεβαστές ούτε καν οι φυσικές
ανάγκες. Στη θεωρούμενη ως επιτυχημένη ζώνη των Φιλιππίνων, οι
ουρολοιμώξεις και τα νεφρικά προβλήματα είναι γενικευμένο φαινόμενο.
Στην Ελλάδα, τα φαινόμενα αντισυνδικαλιστικού τραμπουκισμού, η
«μαύρη» εργασία, τα κίτρινα συνδικάτα, η ανεπάρκεια της Επιθεώρησης
Εργασίας, οι δολοφονικές και βάρβαρες επιθέσεις της εργοδοσίας, η ανοχή ή
και φανατική στήριξη των αστυνομικών αρχών στους εργοδότες, δεν είναι
πράγματα ούτε άγνωστα ούτε καινούργια. Τα εργατικά ατυχήματα δείχνουν
τις συνεχείς παραβιάσεις των κανόνων υγιεινής και ασφάλειας. Η ολοένα
εντεινόμενη ευελιξία των εργασιακών σχέσεων, που στην ουσία πάντα ίσχυε
στον ιδιωτικό τομέα και πλέον τείνει να επικρατήσει και στον δημόσιο, σε
συνδυασμό με την αναστολή των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας ως
γενικών και υποχρεωτικών (Ν. 4024 /2011), με σκοπό την πλήρη επικράτηση
των ατομικών συμβάσεων και την πριμοδότηση της σύναψης επιχειρησιακής
σύμβασης με Ενώσεις Προσώπων, καθώς και όσες άλλες αντεργατικές
νομοθετικές ρυθμίσεις έπονται, παράλληλα με τη ραγδαία αύξηση της
ανεργίας, συνιστούν ικανές συνθήκες ώστε να προχωρήσει στην πράξη η
δημιουργία νομότυπων, πλέον, ΕΟΖ.
Σε εκδήλωση για τις ΕΟΖ στην Πελοπόννησο, ο Σάββας Ρομπόλης,
επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ,
παρουσίασε την εναλλακτική αναπτυξιακή πρόταση της ΓΣΕΕ: τη δημιουργία
ολοκληρωμένων συμπλεγμάτων δραστηριοτήτων (clusters) με σκοπό την
εξασφάλιση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, της ποιότητας των
ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς και των εργασιακών και
κοινωνικών συνθηκών παραγωγής τους στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού και
διεθνούς ανταγωνιστικού περιβάλλοντος. Με τυφλή προσήλωση στην
ανταγωνιστικότητα, προωθείται μια σοσιαλδημοκρατική αντίληψη που
επικαλείται την πιο σωβινιστική εκδοχή του εργατικού συνδικαλισμού
ποντάροντας στην εξαθλίωση της εργατικής τάξης άλλων χωρών και την
ευημερία της ελληνικής εργατικής τάξης· μέσω της γνώσης, της καινοτομίας
και της διά βίου εκπαίδευσης των εργαζομένων, η ευθύνη για την ανεργία
μετατίθεται στον ίδιο τον εργαζόμενο, που δεν προσπαθεί αρκετά να
εκσυγχρονίσει και να εμπλουτίσει τις δεξιότητές του.
Ο αγώνας ενάντια στην ίδρυση ΕΟΖ θα κριθεί ως προς τη δυνατότητά του
να συμβάλει στην αποσαφήνιση της ταξικής διάστασης αυτής της εξέλιξης
και στη σύνδεσή της με όσες άλλες οπισθοχωρήσεις έχει επιφέρει όχι μια
«προδοτική» πολιτική διαχείρισης της κρίσης, αλλά μια πολιτική
εντατικοποιημένης αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης του κόσμου της
εργασίας, με σκοπό την εξασφάλιση της δυνατότητας αναπαραγωγής του
καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Θα είναι ένας αγώνας ελλήνων και
μεταναστών εργατών, αλλά κι ένας αγώνας αλληλεγγύης στους εργάτες των
ΕΟΖ όλων των χωρών, για να αναδειχθεί το αδιέξοδο των συστημικών λύσεων
και να συντριβεί η διαστρεβλωτική εθνικοπατριωτική ρητορεία.
Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε στο πέμπτο τεύχος της Λεύγας που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 2011 και μας στάλθηκε στο email προς δημοσιευση από φίλη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου