Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2014

Σε ένα προοδευτικό αντι-μνημονιακό μέτωπο δεν περισσεύει κανείς

Απόπειρα συμβολής στη συζήτηση για την πρόταση του   ΣΥΡΙΖΑ  για την τοπική  αυτοδιοίκηση  που  εγινε πρόσφατα στη Χαλκίδα
Τα τελευταία 3,5 χρόνια βιώνουμε μια πρωτοφανή και πολυεπίπεδη κρίση για την ελληνική κοινωνία, που εκδηλώνεται με τη μορφή της δημοσιονομικής προσαρμογής σε όλους τους τομείς δημόσιου ενδιαφέροντος, από την κεντρική διοίκηση μέχρι τον πρώτο βαθμό τοπικής αυτοδιοίκησης και χαρακτηρίζεται από διαρκή επιδείνωση των συνεπειών σε όλο και μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού.

Η κορύφωση της κρίσης βέβαια ήρθε όταν οι συνέπειές της, και κυρίως η ακολουθούμενη πολιτική απέναντι στην κρίση, άγγιξαν το κοινωνικό ιστό, οδήγησαν στην εμφάνιση νεόπτωχων και νεοαστέγων, προσδίδοντάς της χαρακτηριστικά ανθρωπιστικής κρίσης. Η ακολουθούμενη πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την μετακύλιση της κρίσης αφενός στην πραγματική οικονομία και αφετέρου στην κοινωνία και πολύ περισσότερο στις παρυφές αυτής, πλήττοντας αρχικά τις πλέον ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού και στη συνέχεια του συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού. Η πολιτική της «εσωτερικής υποτίμησης» είναι μια πολιτική άμεσης ή έμμεσης περιστολής των εισοδημάτων. Η μείωση των εισοδημάτων οδηγεί στη μείωση των καταναλωτικών αλλά και των επενδυτικών δαπανών, δηλαδή σε ύφεση με μείωση του ΑΕΠ και αύξηση της ανεργίας. Κι αυτό ανατροφοδοτεί τη δημοσιονομική κρίση εξαιτίας της υστέρησης των εσόδων στον κρατικό προϋπολογισμό, με αποτέλεσμα έναν φαύλο κύκλο ύφεσης. Σε καθημερινό επίπεδο αυτό σημαίνει ότι ολοένα και περισσότερα στρώματα στην ελληνική κοινωνία αδυνατούν να καλύψουν βασικές βιοτικές τους ανάγκες, είτε εξαιτίας απότομης μείωσης των εισοδημάτων τους, είτε εξαιτίας μείωσης των κρατικών δαπανών σε νευραλγικούς τομείς, όπως είναι η υγεία, η παιδεία και η κοινωνική ασφάλιση.

Η αδυναμία του κράτους να διασφαλίσει τους στοιχειώδεις όρους κοινωνικής αναπαραγωγής (κατά Μαρξ) ή το ελάχιστο επίπεδο κοινωνικού μισθού άρει σε μεγάλο βαθμό την εμπιστοσύνη των πολιτών σε αυτό και μεταξύ άλλων το εκχωρημένο δικαίωμα σε αυτό μονοπωλιακής άσκησης της βίας (κατά Βέμπερ). Δεν τίθεται πλέον ζήτημα μόνο αποτελεσματικότητας ορισμένων κρατικών πολιτικών, αλλά εισάγεται ξεκάθαρα στη δημόσια σφαίρα ζήτημα νομιμοποίησης του κράτους και της δυνατότητάς του να παρεμβαίνει στην κοινωνία και στην οικονομία, προστατεύοντας το γενικό συμφέρον. Αυτή η αδυναμία αποτυπώνεται σε όλα τα επίπεδα άσκησης εξουσίας, από την κεντρική κυβέρνηση, μέχρι τον πρώτο βαθμό άσκησης τοπικής αυτοδιοίκησης. Βιώνουμε λοιπόν, πολύ περισσότερο από ποτέ άλλοτε και με πολύ πιο «βίαιο» τρόπο, μία διαδικασία από-πολιτικοποίησης της πολιτικής. Σε κάθε επίπεδο άσκησης δημόσιας διοίκησης και σε κάθε τομέα πολιτικής υπάρχει, λιγότερο ή περισσότερο φανερά, ένα μνημόνιο. Ένα μνημόνιο που στην πραγματικότητα θέτει όχι μόνο αυστηρά οικονομικά όρια εφαρμογής της όποιας πολιτικής, αλλά χειραγωγεί εκ των πραγμάτων και το περιεχόμενο αυτής της πολιτικής.
Αυτή η πραγματικότητα βιώνεται σε όλο το εύρος της δημόσιας ζωής. Μνημόνιο βιώσαμε στον χώρο της υγείας με τον ΕΟΠΥΥ και το «πετσόκομμα» των δαπανών, στον χώρο της εκπαίδευσης με τις συγχωνεύσεις σχολείων, τις μετατάξεις, τις διαθεσιμότητες εκπαιδευτικών, μνημόνιο και πλαφόν δαπανών έχει τεθεί στα ασφαλιστικά ταμεία και φυσικά το «δικό της μνημόνιο» κουβαλά τα τελευταία 3,5 χρόνια και η τοπική αυτοδιοίκηση. Την πραγματική εικόνα για την αποτύπωση της δημοσιονομικής κατάστασης στην Εύβοια την έχουμε, αν εξετάσουμε όχι μόνο τα οικονομικά μεγέθη της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, αλλά και την εξέλιξη των μεγεθών στις παρεχόμενες υπηρεσίες της Κεντρικής Κυβέρνησης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στον κρατικό προϋπολογισμό για το 2014 εξετάζοντας κανείς τις δαπάνες για τις περιφερειακές υπηρεσίες του Κράτους βλέπει ότι ενώ το 2013 οι πιστώσεις για την Εύβοια ξεπέρασαν το 1,5 εκ €, το αντίστοιχο νούμερο για το 2014 μόλις που θα ξεπεράσει τις 500.000 € (519.000€). Αν σε αυτά προστεθεί η υποχρέωση των ΟΤΑ για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, υπό το άγρυπνο μάτι του Παρατηρητηρίου για την οικονομική αυτοτέλεια των ΟΤΑ δεν έχει παρά το περίγραμμα του μνημονίου. Σε κάθε περίπτωση ένα τέτοιο ασφυκτικό και αντί-κοινωνικό πλαίσιο είναι από μόνο του επαρκής λόγος για τον οποίο αυτές οι αυτό-διοικητικές εκλογές είναι πρωτίστως μία πολιτική διαδικασία.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πρέπει να ξαναβάλουμε την πολιτική στο επίκεντρο της δημόσιας ζωής. Κι αυτός άλλωστε είναι ο λόγος για τον οποίο η δικομματική κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ προσπαθεί με διάφορα τερτίπια, στα όρια της συνταγματικής νομιμότητας και της χρηστής διαχείρισης του δημόσιου χρήματος (π.χ. πρώτη Κυριακή αυτοδιοικητικών εκλογών 18 αντί για 25 Μαΐου), να από-πολιτικοποιήσουν τις εκλογές για την αυτοδιοίκηση.
Σωστά, κατά τη γνώμη μου η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ έχει δώσει υψηλό πολιτικό χαρακτήρα σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση. Αυτός ο πολιτικός χαρακτήρας είναι όχι μόνο πολιτικά αναγκαίος, προκειμένου ένα θετικό για τον ΣΥΡΙΖΑ αυτοδιοικητικό αποτέλεσμα να αξιοποιηθεί ως μοχλός πίεσης για την ανατροπή της μνημονιακής συγκυβέρνησης, αλλά είναι αναγκαίος γιατί δεν υπάρχει τοπική αυτοδιοίκηση που  να  λειτουργεί  υπέρ  των αναγκών  των  πολιτών  με μνημόνιο. Και στην εύλογη απορία πολλών, ακόμη και συντρόφων ή φίλων του ΣΥΡΙΖΑ, τι θα κάνουν οι αυτοδιοικητικές παρατάξεις του ΣΥΡΙΖΑ εφόσον επικρατήσουν, αλλά το μνημόνιο παραμείνει, η απάντηση είναι μία: Αντίσταση.
Η αυτοδιοίκηση και οι τοπικές κοινωνίες με αλλαγή των τοπικών πολιτικών συσχετισμών μπορούν και πρέπει να αποτελέσουν τις κύριες εστίες αντίστασης στην προσπάθεια ανατροπής. Αντίσταση που πέρα από πολιτική πράξη, θα πρέπει να οργανωθεί σε τοπικό επίπεδο, με περισσότερη δημοκρατία (άμεση, όπου είναι δυνατό), με ανάπτυξη πυρήνων (κοινοτήτων) αλληλεγγύης, στα πρότυπα του δικού μας Δικτύου Αντίστασης και Αλληλεγγύης, με μορφές συλλογικής οργάνωσης και αυτοδιαχείρισης από τα κάτω, που θα έχουν ωστόσο υποστήριξη-καθοδήγηση από την ίδια την τοπική αυτοδιοίκηση. Είναι ευκαιρία για την Εύβοια, τη Χαλκίδα και τα δημοτικά της διαμερίσματα να ενεργοποιηθούν όλες οι υφιστάμενες συλλογικότητες και να αποκτήσουν και θεσμικά χώρο έκφρασης και παρέμβασης, σε μία λογική ανάπτυξης συνεργασιών και συνεργειών για την ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας και οικονομίας. Σε αυτήν την κατεύθυνση και η αξιοποίηση των «αναγκαίων κακών» κοινοτικών πόρων πρέπει να στοχεύει όχι απλά και μόνο στην «απορρόφησή» τους για την κάλυψη πρόσκαιρων αναγκών, αλλά στη δημιουργία πολλαπλασιαστικών ωφελημάτων για την τοπική κοινωνία.
 Κύρια και άμεση στόχευση δεν μπορεί παρά να είναι η δημιουργία θέσεων εργασίας στην κοινότητα μέσω υλοποίησης ολοκληρωμένων δράσεων αντιμετώπισης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, προαγωγής του πολιτισμού, της παιδείας και της προστασίας του περιβάλλοντος. Η διάσταση ενίσχυσης της απασχόλησης και του πλέγματος αλληλεγγύης οφείλει να είναι παρούσα σε κάθε σχετική πρωτοβουλία. Αν, υπό την καθοδήγηση του κάθε ΟΤΑ, επιδιώξουμε «λίγη αλληλεγγύη από όλους», ακόμη και σε μία ανταλλακτική λογική, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι ευεργετικά σε αυτήν την πραγματικά δύσκολη οικονομική συγκυρία.
 Τέτοια παραδείγματα μπορεί να είναι η υποστήριξη επαγγελματιών σε συγκεκριμένα πεδία, ώστε με τη σειρά τους να παρέχουν ένα μέρος των υπηρεσιών και των προϊόντων τους αφιλοκερδώς, π.χ. στον κλάδο του επισιτισμού για την προμήθεια τροφίμων σε κοινωνικά συσσίτια ή στην παροχή υπηρεσιών συντήρησης ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού για την αναβάθμιση κτηριακών υποδομών του Δήμου, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ακόμη και κοινωνικές κατοικίες. Σε αυτήν την προσπάθεια δεν μπορεί να περισσεύει κανείς. Άλλωστε εκτός από ελάχιστες προνομιακές μειοψηφίες, αν όχι μονάδες, το μνημόνιο έπληξε το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Επομένως, σε ένα προοδευτικό αντι-μνημονιακό μέτωπο δεν περισσεύει κανείς, δεν μπορεί η Αριστερά να προχωρά με αποκλεισμούς, δημιουργώντας προσχώματα συμμετοχής, αντί για προϋποθέσεις συμπόρευσης. Οι άνεργοι, που στη Στερεά την τριετία 2010-2013 από το 12,6% του εργατικού δυναμικού ξεπέρασαν το 28%, με την Εύβοια μετά τα διαδοχικά λουκέτα στις μεγάλες βιομηχανικές μονάδες να κατέχει τη μερίδα του λέοντος, οι συνταξιούχοι που είδαν το εισόδημά τους να συρρικνώνεται δραματικά, οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι μισθωτοί που βιώνουν πρωτοφανείς μειώσεις μισθών και διαρκή επισφάλεια, αλλά και οι αυτοαπασχολούμενοι και μικροί ΕΒΕ (επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι), που λιγόστεψαν κατά 5.500 χιλιάδες στην Εύβοια την τελευταία τριετία και έρχονται καθημερινά αντιμέτωποι όχι μόνο με τα λουκέτα, αλλά και με τους πλειστηριασμούς και την προσωποκράτηση. Αυτές οι κοινωνικές ομάδες (οφείλουν να) είναι το πεδίο αναφοράς και η νομιμοποιητική μας βάση. Και με αυτούς πρέπει να «συναντηθούμε» στις εκλογές για την αυτοδιοίκηση, να τους ακούσουμε, να τους κάνουμε συμμέτοχους της πολιτικής διαδικασίας στο μικρο-επίπεδο της τοπικής κοινωνίας. Μαζί με αυτούς, θα έρθουν κι άλλοι, λιγότερο δοκιμαζόμενοι από το μνημόνιο και την κρίση. Θα έρθουν γιατί νιώθουν συμπάθεια προς τις ιδέες μας και αυτό που πρεσβεύουμε, θα έρθουν γιατί θεωρούν ότι βρήκαν έναν σύμμαχο που μπορεί να υπηρετήσει καλύτερα τα συμφέροντα τους, θα έρθουν γιατί βλέπουν τον ΣΥΡΙΖΑ ως κάτι καινούριο, κάτι δυναμικό που έρχεται και μέσα σε αυτό θα αναζητήσουν τη θέση και το ρόλο τους.
Για αυτήν την τελευταία κατηγορία και με αφορμή την παρουσία στην εκδήλωση της 13ης Γενάρη για την τοπική αυτοδιοίκηση, συμπολιτών μας που τα προηγούμενα χρόνια έχουν ταυτίσει τη δημόσια παρουσία τους με το ΠΑΣΟΚ είναι νομίζω αναγκαίες ορισμένες διευκρινίσεις.
 Κυκλοφορεί μεταξύ αστείου και σοβαρού στις καφενειακές συζητήσεις η διαπίστωση ότι το «ΠΑΣΟΚ» είναι παντού: είναι στην Κυβέρνηση, είναι στη ΔΗΜΑΡ, ενδεχομένως στη Χ.Α., είναι ή θέλει να είναι στον ΣΥΡΙΖΑ, είναι όμως και στους κοσμικούς παραθεριστικούς προορισμούς, στις off shore και στον χειραγωγημένο συνδικαλισμό. Οι  ψηφοφόροι,τα  πρώην μέλη του «ΠΑΣΟΚ» μπορεί να είναι πράγματι παντού και υπό αυτήν την έννοια ας είναι και στον ΣΥΡΙΖΑ, άλλωστε δεν μπορούμε να του απαγορέψουμε να είναι. Θα είναι όμως με τους δικούς μας όρους, με τη δική μας ηθική και με τον δικό μας τρόπο.
Η ηθική του «ΠΑΣΟΚ», του νεποτισμού, της χειραγώγησης συλλογικοτήτων, του εύκολου πλουτισμού, της μίζας, του ρουσφετιού, της καταξίωσης του ατομικού, των προσωπικών στρατηγικών, του «ΠΑΣΟΚ» που μιλούσε εξ ονόματος των εργατών, αλλά λειτουργούσε προς όφελος του ημέτερου κεφαλαίου και της μετάλλαξης τελικά στο πιο σκληρό νεοφιλελεύθερο δεκανίκι της Δεξιάς και της Τρόικα δεν έχει θέση στον ΣΥΡΙΖΑ και (ελπίζω ότι) ούτε πρόκειται να έχει στο μέλλον. Αυτό    μπορούν  να  το  διαφυλάξουν  τα μέλη  και τα  δοκιμασμένα  στελέχη  του  ΣΥΡΙΖΑ μέσα  απο  την  συμμετοχή  τους,την  δράση  τους ,τον  σεβασμό  των  δημοκρατικών  συλλογικών  αποφάσεων  και  την  συντροφικότητα.
Τέλος, ας μην ξεχνάμε ότι εξίσου, αν όχι περισσότερο, σημαντικό είναι στην πορεία αυτής της προσπάθειας να συνεχίσουμε να κοιταζόμαστε στα μάτια και να μην αφήσουμε το μικρόβιο της όποιας ανθρώπινης ματαιοδοξίας να μολύνει την ιδέα της συλλογικότητας. Αυτή άλλωστε είναι η διαφορά μας από την βαρβαρότητα …
 Σταμάτης Βαρδαρός Πολιτικός Επιστήμονας, Μέλος της Ν.Ε. Εύβοιας ΣΥΡΙΖΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου