Η Τοπική Αυτοδιοίκηση μπορεί να συμβάλει καταλυτικά και στην πραγματική
ισότητα των πολιτών. Μπορεί μέσα κινηματικές διαδικασίες να συμβάλει
στον αγώνα για ίσες ευκαιρίες κι όχι απλά για ίσα δικαιώματα. Η ισότητα
όμως και η επέκτασή της, η δημοκρατία, δεν είναι απλά θέμα δικαιωμάτων
ως εγγύηση· η ισότητα αποτελεί έννοια λειτουργική.
Όπως τονίζει και ο Barber η δημοκρατία είναι εκ
φύσεως μία διαδικασία, όχι το αποτέλεσμα ενός πειράματος, ούτε ένα
σύνολο άκαμπτων δογμάτων. Ανοιχτή κοινωνία είναι η κοινωνία χωρίς
αποκλεισμούς. Μία κοινωνία ανοιχτή στην αμφισβήτηση και την κριτική.
(Διαβάστε επίσης «Αυτοδιοικητικό κίνημα εκδημοκρατισμού» και «Για μια κινηματική αυτοδιοίκηση», του Δήμου Χλωπτσιούδη)
Το κύριο ερώτημα, βέβαια, που τίθεται για την αριστερά και τις προοδευτικές δυνάμεις κατά το μέτρο που διεκδικούν την εξουσία, είναι αν θα προχωρήσουν στην οικοδόμηση ενός νέου κοινωνικού μοντέλου αξιόπιστου, προσαρμοσμένου στις νέες προκλήσεις, ικανού να αντιπαραταχθεί στη νεοφιλελεύθερη πρόταση για την κοινωνία ή αν θα εξακολουθούν να υπερασπίζονται ένα κοινωνικό κράτος με παρωχημένες δομές με κίνδυνο να το παραδώσει πλήρως στην κυριαρχία της αγοράς. Και νέο κοινωνικό κράτος σημαίνει αναπαραγωγή των αξιών και εγγυήσεων της σοσιαλιστικής παράδοσης με νέους όρους, νέες προϋποθέσεις και νέες επιμέρους θεματικές (Κουκιάδης).
Και βέβαια το κοινωνικό κράτος ή μάλλον το παραδοσιακό ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος, που ουσιαστικά ταυτίζεται με ένα ολόκληρο μοντέλο οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής και πολιτιστικής ανάπτυξης, δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτό με έναν απλοϊκό και εργαλειακό τρόπο, αλλά σε διαρκή αναφορά προς την κοινωνία των πολιτών και την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Συχνά οι κοινωνικές υπηρεσίες προς τον πολίτη δίνουν την εντύπωση της φιλανθρωπίας. Και μάλιστα, μακριά από τον ίδιο τον ευεργετούμενο, χωρίς επαφή με την κοινωνία που εκφράζεται από θεσμικούς ή φυσικούς φορείς, η φιλανθρωπία μετασχηματίστηκε σε δικαίωμα. Η ευγενής αρχή (noblesse) προσφέρει μικροποσά που δεν ικανοποιούν καμία ανάγκη επιβίωσης. Η κοινωνική όμως πρόνοια και η κοινωνική πολιτική δεν αποτελούν φιλανθρωπικές δράσεις. Οφείλουν να εξελιχθούν με βάση κινηματικές αρχές σε αλληλοβοήθεια, αλληλεγγύη και κοινωνική δικαιοσύνη.
Στόχος της κινηματικής κοινωνικής πολιτικής είναι η δημιουργία των συνθηκών εκείνων που θα φέρουν σε συνεργασία όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση καθίσταται ο τοπικός σύνδεσμος όλων των φορέων με κεντρικό όραμα μια κοινωνία συνεργασίας και αλληλοϋποστήριξης. Ένας σύνδεσμος που δε θα ορίζει, αλλά θα ορίζεται από τις πρωτοβουλίες των αυτόνομων και αυτοδιαχειριζόμενων φορέων -και δεν αναφερόμαστε σε μία απολίτικη και αόριστη κοινωνία αλληλοβοήθειας, αλλά για πολιτική κινηματική δράση με όραμα και ένα αιρετό κεντρικό πυρήνα, τη δημοτική αρχή.
Μέχρι τώρα έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο οι δράσεις -τόσο της αυτοδιοίκησης όσο και των μεμονωμένων φορέων- να είναι ασυντόνιστες και ελεγχόμενες ώστε συχνά να αλληλεπικαλύπτονται σπαταλώντας χρόνο και χρήμα και να λειτουργούν αποσπασματικά κι επετειακά. Η ίδια η επαφή με τους τοπικούς φορείς και στο σημείο θα αποτελέσει εκείνο το κινηματικό στοιχείο που τελικά θα υποχρεώσει την κοινωνική δράση να στοχεύσει στις πραγματικές ανάγκες λειτουργώντας ολοκληρωμένα.
Αποτέλεσμα αυτού είναι πως δε θα ανταγωνίζονται μεταξύ τους οι συμμετοχικού τύπου δράσεις και οργανώσεις, αλλά θα γεννηθεί μία πολιτική που θα καλύπτει πληθώρα δραστηριοτήτων στο πλαίσιο ενός κοινωνικού αυτοδιοικητικού φορέα. Και το κράτος φυσικά δε θα μένει παρατηρητής· αλλά υπό την πίεση του κινήματος θα χρηματοδοτεί μία τοπική πολιτική πρόνοιας αφήνοντας ελεύθερη την τοπική αρχή να συντονίζει την αρωγή της Κεντρικής Διοίκησης με βάση τις κοινωνικές και οικονομικές ιδιομορφίες της περιοχής.
Ας υπογραμμίσουμε ότι ο κοινωνικός αποκλεισμός δε γνωρίζει γεωγραφικά όρια. Ως εκ τούτου ορισμένες δράσεις είναι ανάγκη να γίνονται μέσα από διαδημοτικές δομές και να μεν περιορίζονται μόνο σε μία μικρή κοινότητα ατόμων, ειδικά όταν μιλάμε για πρόληψη, κοινωνικά παντοπωλεία, φροντιστήρια και ιατρεία. Η δικτύωση, λοιπών, των κινηματικών δομών πρέπει να τεθεί σε απόλυτη προτεραιότητα.
Οφείλουμε στο πνεύμα αυτό να διαφωνήσουμε με την κάθε λογής καθιέρωση οικονομικών κριτηρίων για δικαιούχους. Τα λεγόμενα Κριτήρια Διαβίωσης αντί να επιλύουν το πρόβλημα της οικονομικής διαχείρισης, δίνουν με τρόπο μοναδικό την αφορμή για τον αυθαίρετο περιορισμό της παρέμβασης σε ευπαθείς και χρήζουσες βοηθείας κοινωνικές ομάδες. Και τούτο διότι τα ίδια τα κριτήρια συνήθως είναι ελλιπή και ουσιαστικά στηρίζονται σε ένα ταξικά διαμορφωμένο φορολογικό σύστημα, που επιβαρύνει ισομερώς τα χαμηλά στρώματα. Και ειδικά σήμερα εν μέσω κρίσης η επιβολή κριτηρίων λειτουργεί αποτρεπτικά απέναντι στις ευπαθείς ομάδες και δημιουργούν αποκλεισμούς.
Η καταγραφή των φτωχών οικογενειών και των μονογονεϊκών ή των ανέργων είναι το πρώτο βήμα. Χωρίς ορθή καταγραφή των ειδικών περιπτώσεων δεν είναι δυνατή η εκπόνηση κι η υλοποίηση ενός αξιόπιστου στρατηγικού σχεδιασμού για την κοινωνική ανάπτυξη. Οι ίδιες οι αυτοδιοικητικές κοινωνικές υπηρεσίες είναι υποχρεωμένες να συλλέξουν τέτοια στοιχεία από σπίτι σε σπίτι και σε συνεργασία με τους τοπικούς φορείς. Η απουσία όμως κοινωνικής έρευνας σε τοπικό επίπεδο εγκλωβίζει τις αυτοδιοικητικές εκτιμήσεις σε μια εμπειρική, περιορισμένη και συχνά στρεβλή εικόνα για τις ανάγκες του τοπικού πληθυσμού και τις ιδιαιτερότητες της κοινότητας. Ως εκ τούτου περιορίζει τις δυνατότητες προσαρμογής και ανάπτυξης των σχεδιαζόμενων δράσεων.
Οι λογικές τύπου ΟΑΕΔ στο όνομα της ανάπτυξης και της εξεύρεσης εργασίας μόνο ρουσφετολογικές εξυπηρετήσεις ευνοούν παρά προσφέρουν μία ολοκληρωμένη και επεξεργασμένη στρατηγικά λύση.
Και καθώς η κοινωνική πολιτική στρέφεται προς το άτομο, οφείλει και να το αναζητήσει. Σαφώς και η κοινωνική πολιτική δεν περιορίζεται σε επικοινωνιακές εκδηλώσεις, αλλά και τούτες μπορούν να αποτελέσουν ένα μέσο επικοινωνίας, ένα σημείο επαφής και πρόσβασης των ευπαθών ομάδων. Έτσι, μπορούν να αποκαλυφθούν οι αφανείς πληθυσμιακές ομάδες ή οι μεμονωμένες περιπτώσεις σε πρωτοβάθμιο επίπεδο.
Δεν μπορούμε να περιμένουμε μέσα σε συντονιστικά γραφεία την άφιξη του κοινωνικά αποκλεισμένου που δεν τολμά να εμφανιστεί. Τα ίδια τα στελέχη των κοινωνικών υπηρεσιών είναι αυτά που σε συνεργασία με τους τοπικούς φορείς, την Εκκλησία, τη δημοτική παράταξη και τους πολίτες θα εντοπίσουν τις ομάδες ή τα άτομα που χρήζουν προνοιακής στήριξης. Χρειάζεται μία ενεργητική παρέμβαση των ίδιων των υπηρεσιών, οι οποίες θα είναι σε διαρκή συνεργασία με την κοινωνία την ίδια.
http://tvxs.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου