«Η δραχμή θα αποφευχθεί μόνο με περισσότερη ελληνική τραγωδία» αναφέρει
σε άρθρο της η WSJ όπου πραγματεύεται τις επιλογές που έχει μπροστά της.
«Με ποιες πολιτικές επιλογές η νέα ελληνική κυβέρνηση θα καταφέρει να
κατευνάσει ταυτόχρονα τους πιστωτές και τις αντιδράσεις στο εσωτερικό
της χώρας;». Το ερώτημα αυτό θέτει ο αρθρογράφος της Wall Street
Journal, Μάρκους Γουώκερ, σε άρθρο του με τίτλο «Μόνο με περισσότερο
δράμα η Ελλάδα θα αποφύγει τη δραχμή».
Ο Γουώκερ διατυπώνει την
εκτίμηση ότι την άνοιξη, Ευρωζώνη και Ελλάδα αναμένεται να συγκρουστούν
για πιο δύσκολα ζητήματα και απαριθμεί τα τρία στάδια από τα οποία θα
πρέπει να περάσει η Αθήνα, προκειμένου η περιπέτεια να μην καταλήξει σε
επιστροφή στο εθνικό νόμισμα.
Όπως τονίζεται στο άρθρο, η εύρεση κοινού εδάφους μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού αποτελεί το «κλειδί» για την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη.
Πρώτο
στάδιο, σύμφωνα με την WSJ, αποτελεί το κατά πόσο η Αθήνα είναι
διατεθειμένη να αποδεχθεί ένα σχεδιασμένο κυρίως από την Γερμανία
πρόγραμμα.
Η συμφωνία στο Eurogroup, συνεχίζει το άρθρο, από τη
μία επέφερε ηρεμία στους Ελληνες καταθέτες, μειώνοντας τις εκροές,
ωστόσο ταυτόχρονα έρχεται σε σύγκρουση με τις προεκλογικές δεσμεύσεις
της κυβέρνησης, η οποία υποσχέθηκε να βάλει τέλος σε μια «πενταετία
ταπείνωσης της χώρας».
«Δεύτερο βήμα, αποτελεί η συμφωνία και η
θέσπιση μέτρων μέχρι το καλοκαίρι, τα οποία θα ξεκλειδώσουν την απολύτως
αναγκαία χρηματοδότηση, συνεχίζοντας και ολοκληρώνοντας το τρέχον
πρόγραμμα διάσωσης», υπογραμμίζει το άρθρο και συνεχίζει:
Υπό αυτό το πρίσμα, «ο κ. Βαρουφάκης θα πρέπει να στραφεί σε πιο σοβαρά μέτρα από αυτά που έστειλε πρόσφατα στις Βρυξέλλες και
αφορούσαν κυρίως στην πάταξη της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής. Η
θέσπιση αυτών των μέτρων θα αποτελεί μια επώδυνη παραχώρηση για τον
Ελληνα πρωθυπουργό, ο οποίος αντιμετωπίζει ήδη ηχηρές εσωκομματικές
αντιδράσεις».
Τέλος, ως τρίτο και τελευταίο στάδιο,
παρουσιάζεται η συμφωνία για το πρόγραμμα που θα ακολουθήσει το υπάρχον
πλαίσιο και θα επιτρέψει στην Αθήνα να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της
μετά το καλοκαίρι, μέχρι την επιστροφή της στις αγορές.
«Παρά
τη συμφωνία, για να πάρει χρήματα η Ελλάδα, καλείται να αποφύγει τις
ασάφειες και να συμφωνήσει σε συγκεκριμένα μέτρα με τους θεσμούς –
πρόσφατα γνωστοί ως τρόικα -, δηλαδή το ΔΝΤ, την ΕΚΤ και την Κομισιόν»,
τονίζει η WSJ.
Από αυτούς, συνεχίζει, σημαντικότερος είναι ο
ρόλος του πρώτου, το οποίο άλλωστε έβαλε στην αρχική συμφωνία με την
Αθήνα η Αγκελα Μέρκελ, επειδή «δεν εμπιστευόταν τους ευρωπαϊκούς
θεσμούς, για την επιτήρηση της Ελλάδας».
Οι σκληρές απαιτήσεις του ΔΝΤ κόστισαν
ακριβά στην προηγούμενη κυβέρνηση, ωστόσο μπορεί να αποδειχθούν ακόμη
πιο επιβλαβείς για μια ριζοσπαστική αριστερή κυβέρνηση, όπως αυτή του
ΣΥΡΙΖΑ
Ετσι, τονίζει το άρθρο, από όλες τις
παρεμβάσεις σχετικά με τη νέα συμφωνία, «σημαντικότερη ήταν αυτή της
επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία προειδοποίησε ότι οι
ελληνικές θέσεις είναι ασαφείς, ως προς τους τομείς που το Ταμείο θεωρεί
σημαντικότερους: τις συντάξεις, την εργατική νομοθεσία, τους φόρους επί
των πωλήσεων, τις ιδιωτικοποιήσεις και την ρύθμιση των επιχειρήσεων. Οι σκληρές απαιτήσεις του ΔΝΤ κόστισαν
ακριβά στην προηγούμενη κυβέρνηση, ωστόσο μπορεί να αποδειχθούν ακόμη
πιο επιβλαβείς για μια ριζοσπαστική αριστερή κυβέρνηση, όπως αυτή του
ΣΥΡΙΖΑ».
«Η Ελλάδα κέρδισε μέχρι στιγμής την ευκαιρία να αντικαταστήσει αυτά τα μέτρα με δικά της», υπογραμμίζει η αμερικανική εφημερίδα και καταλήγει:
«Για
να ακολουθήσει, όμως, τον δικό της δρόμο πρέπει να πείσει το ΔΝΤ ότι οι
πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ είναι εξίσου αποτελεσματικός τρόπος για να
επιτευχθεί ο στόχος του προγράμματος, που είναι η διάσωση της κάνοντας
την οικονομία της πιο ανταγωνιστική μέσα στο ευρώ. Τόσο το Ταμείο, όσο
και το Βερολίνο εκφράζουν ηχηρούς σκεπτικισμούς…».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου