Παρασκευή 24 Αυγούστου 2012

ΕΡΤ, ταμπλόιντ, αντινιούζ

του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου  
Αν το πρόβλημα των «αντιλαϊκιστών» ήταν στ’ αλήθεια ο λαϊκισμός, αυτές τις μέρες θα έπρεπε να είχαν σηκωθεί και οι πέτρες που κάποιος σαν το Αιμίλιο Λιάτσο προορίζεται για διευθυντής ειδήσεων στην ΕΡΤ.
Οι κυβερνητικές παρεμβάσεις στην ΕΡΤ, με πρώτο το διορισμό της διοίκησής της από το εκάστοτε κυβερνών κόμμα, είναι τόσο παλιές όσο και η ίδια η ΕΡΤ.
Αυτός είναι εξάλλου και ο λόγος που, όσες φορές αναφερόμαστε σε αυτήν, το σκεφτόμαστε αν θα την πούμε «κρατική» ή «δημόσια» τηλεόραση∙ και είναι περιττό να εξηγήσει κανείς ότι η διαφορά είναι κρίσιμη, τουλάχιστον σε όσους καταλαβαίνουν ότι κράτος και «δήμος» δεν ταυτίζονται παρά μόνο στα ολοκληρωτικά καθεστώτα.

Αυτή λοιπόν η πλευρά της λειτουργίας της ΕΡΤ, η κατά καιρούς αναγωγή της σε Τηλεόραση της Κυβερνήσεως, που καταπώς φαίνεται θα συνεχιστεί και με τη νέα διοίκηση, δεν απασχόλησε ποτέ το ελληνικό Tea Party που οργανώνουν οι στήλες της Καθημερινής, των Νέων και άλλων τινών. Το πρόβλημά τους ήταν και είναι η «έκπτωση» του κρατικά χρηματοδοτούμενου σε δημόσιο, και εν τέλει σε λαϊκό, και βεβαίως η μη συμμόρφωση του τελευταίου προς το απλώς κυβερνητικό∙ όχι, εν προκειμένω, ο ρόλος του εκάστοτε Παναγόπουλου ή Καλημέρη στην ΕΡΤ, αλλά τα κατάλοιπα του «λαϊκισμού» όπως οι απεργίες – και βέβαια το μερίδιο που αποσπά από την αγορά μια τηλεόραση με άλλα κριτήρια από αυτά του ΣΚΑΪ ή του STAR.

Χρειάζεται άραγε τεκμηρίωση ο παραπάνω ισχυρισμός; Αν το πρόβλημα των «αντιλαϊκιστών» ήταν στ’ αλήθεια ο λαϊκισμός, αυτές τις μέρες θα έπρεπε να είχαν σηκωθεί και οι πέτρες που κάποιος σαν το Αιμίλιο Λιάτσο προορίζεται για διευθυντής ειδήσεων στην ΕΡΤ. Κι αυτό, γιατί το είδος δημοσιογραφίας που εκπροσωπούν φιγούρες όπως ο μέλλων διευθυντής είναι σε όλους γνωστό – και αποκρουστικό. Δεν πρόκειται μόνο για τη λογική του infotainment («ενημέρωση με ψυχαγωγία»), που επί των ημερών του Λιάτσου υπηρέτησε το δελτίο του STAR –λίγο μπουζουξίδικα, λίγο τόπλες και λίγο λιγότερο ειδήσεις–, μια λογική ταυτισμένη με το Σταμάτη Μαλέλη, επίσης του STAR (και της ΔΗΜΑΡ). Το πρόβλημα δεν είναι μόνο σ’ αυτά, και σίγουρα όλα αυτά δεν είναι μόνο θέμα γούστου.

Αν συνοψίζαμε το άθλιο είδος της infotainment λιατσικής «δημοσιογραφίας» σε μια εικόνα, η πλέον εύγλωττη θα ήταν το πρωτοσέλιδο της Παρασκευής +13, της εφημερίδας δηλαδή που εξέδιδε ως τώρα ο Λιάτσος. Στο φύλλο της 8ης Ιουνίου, με τίτλο «Ο βιασμός της Δημοκρατίας», ο αναγνώστης αντίκριζε μια σκυμμένη γυναίκα να παριστάνει τη «δημοκρατία», και πίσω της το ναζί «βιαστή» της να της φωνάζει «πάρε να’χεις, με την εντολή του λαού»∙ στο ίδιο πρωτοσέλιδο, η εφημερίδα μας ενημέρωνε ότι, σύμφωνα με δημοσκόπηση, «οι Έλληνες θέλουν απέλαση των λαθρομεταναστών και επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου» - δηλαδή …ζήτω η Νέα Δημοκρατία [1].

Να όμως που οι υπηρεσίες του Λιάτσου σήμερα ανταμείβονται, να δηλαδή που ο δεξιός λαϊκισμός, με το ρατσισμό, το μισογυνισμό και όλες του τις χάρες στη συσκευασία ενός ταμπλόιντ, φτάνει επί ημερών Σαμαρά να προάγεται σε κρατική πολιτική για την ενημέρωση. Ενώ συμβαίνουν αυτά, ωστόσο, οι «αντιλαϊκιστές» αποδεικνύονται και πάλι ακριβοί στα πίτουρα και φτηνοί στους Λιάτσους, θυμίζοντάς μας ότι τα όρια «αντιλαϊκισμού» και δεξιού λαϊκισμού έχουν πάει περίπατο την τελευταία τριετία.

Για να μην είμαστε άδικοι, σύμφωνα με το «Μικροπολιτικό» (Τα Νέα, 22/8/2012), στη ΔΗΜΑΡ «καταγράφονται αντιδράσεις» για την προαγωγή του παρουσιαστή-διασκεδαστή. Μέχρι στιγμής, ωστόσο, η Οργάνωση Δημοσιογράφων του κόμματος –αυτή που για να υπερασπιστεί το μαχητή της ελευθερίας Μανδραβέλη, άδειασε τη Βασιλεία Ζερβού διότι τον παρέπεμψε στο Πειθαρχικό της
ΕΣΗΕΑ–, έχει καταπιεί τη γλώσσα της. Ο διακεκριμένος εκπρόσωπος του εν Ελλάδι νεοφιλελεύθερου λαϊκισμού (του Tea Party α λα ελληνικά, αν προτιμάτε) έχει καθώς φαίνεται περισσότερη ανάγκη την υποστήριξη της κυβερνώσας αριστεράς, σε αντίθεση με τους υπό εκκαθάριση δημοσιογράφους της ΕΡΤ που «κόβονται» διότι δεν προωθούν το κυβερνητικό έργο…

Η υπόθεση Λιάτσου δεν αφορά ωστόσο αποκλειστικά την ΕΡΤ – γι’ αυτό και είναι σοβαρότερη από τον πρωταγωνιστή της. Το μιντιακό τοπίο στις μέρες μας γίνεται ολοένα και πιο αρρωστημένο, και για να το καταλάβει κανείς αρκεί μια διαγώνια ματιά σε εφημερίδες και σταθμούς. Η πρώτη σε κυκλοφορία εφημερίδα στη χώρα, το Πρώτο Θέμα του Αναστασιάδη, έχει μεταβληθεί εθελοντικά σε γραφείο Τύπου της Χρυσής Αυγής, συνεπικουρούμενη από την «υπεράνω υποψίας» Espresso και τα εξίσου «αθώα» τηλεμεσημεριανάδικα. Η σαμαρική Δημοκρατία διεκδικεί την ίδια πελατεία, με την ίδια ατζέντα, αν και ευτυχώς χωρίς την ίδια ανταπόκριση, ενώ τηλεοπτικοί σταθμοί μέχρι πρότινος ανυπόληπτοι, όπως το Extra 3, χάρη στις δυνατότητες που προσφέρει η ψηφιακή τηλεόραση μπορούν πια να παραδίδουν μαθήματα βλακείας και φασισμού σε πανελλαδική κλίμακα, εκμεταλλευόμενα τη γενική απαξίωση και υποβάθμιση των πάλαι ποτέ μεγάλων καναλιών∙  διόλου τυχαία, έτσι, η εξέλιξη αυτή αντιστοιχεί με όσα συμβαίνουν στο κομματικό παιχνίδι. Οι εφημερίδες και τα κανάλια «αναφοράς», τέλος, συστηματοποιούν την πάγια τακτική τους, εναντιώνονται δηλαδή σε όλα τα κόμματα και το προσωπικό τους «χάριν των πολιτών και της χώρας», και ταυτόχρονα ταυτίζονται με κάθε κρατική στρατηγική, χωρίς κανένα πλέον πρόσχημα ή αξίωση αισθητικής∙ το ντελίριο κατά των «λαθρομεταναστών», που τελευταία επεκτείνεται στους Ρομά, είναι κι εδώ το πιο εύγλωττο παράδειγμα – για να μην αναφερθούμε στην προεκλογική αντισυριζική υστερία.

Τα παραπάνω δεν σημαίνουν (μόνο) ότι η ΝΔ αποδείχτηκε επιδέξια ως προς την αναδιάταξη των συμμαχιών της με τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ. Το πρόβλημα είναι ότι με την απαξίωση των κομμάτων, και δεδομένη την αδυναμία άλλων μηχανισμών (όπως π.χ. η Εκκλησία) να αντλήσουν πολιτικό κεφάλαιο εν μέσω κρίσης, η κρατική στρατηγική χρειάζεται περισσότερο από ποτέ ένα ομοίωμα λαού για να μιλάει στο όνομά του – έναν «κρατικοποιημένο» λαό, στον οποίο το κράτος θα μιλάει «λαϊκά». Το ομοίωμα αυτό κατασκευάζουν τα ΜΜΕ, και από άλλη προοπτική η ακροδεξιά, υποδυόμενοι τη φωνή του λαού, ενώ «απλώς» εκλαϊκεύουν και αναβαθμίζουν έναν αυταρχικό κρατικό λόγο – συμβάλλουν δηλαδή στην πολιτική εξουδετέρωση του λαού ως αντι-κράτους.

Ο «αντιλαϊκισμός» των κόλουμνιστ δεν έχει βεβαίως τίποτα να πει για όλα αυτά. Δεν έχει, γιατί είναι τόσο ρηχός, επιλεκτικός και ανεκτικός στο δεξιό λαϊκισμό, όσο και ο ρητορικός «αντικρατισμός» τους. Δεν είπαν, εξάλλου, οι άνθρωποι ότι είναι κατά του κράτους ή του λαού γενικώς. Θέλουν απλά ένα κράτος «που να κάνει σωστά τη δουλειά του»: να διαμορφώνει τις συνθήκες ώστε οι ίδιοι και τα αφεντικά τους, ο «λαός» των ιδιοτελών, να συμβάλουν με τον τρόπο τους στη σωτηρία (όχι του λαού, αλλά) του Έθνους.


[1] Για την εργαλειοποίηση από τη ΝΔ μιας ακόμα «αποκαλυπτικής» (δηλαδή κατακίτρινης) εφημερίδας, του Παρασκηνίου, βλ. «ΣΥΡΙΖΑ και ‘17Ν’: Από τη Μπακογιάννη στον Παπαγιάννη ή το αντίστροφο;», Red Notebook, 26.5.2012 [http://www.rnbnet.gr/details.php?id=5799]


Το άρθρο δημοσιεύεται στην Αυγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου