Ένα πολύ ενδιαφέρον
πρόβλημα ορολογίας αναδείχθηκε μ' αφορμή την κυπριακή κρίση. Στο δημόσιο λόγο,
επίσημο και ανεπίσημο, οι όροι «Έλληνας» και «ελληνικό» κ.ά.
χρησιμοποιήθηκαν σε αντιδιαστολή με τους όρους «Κύπριος» και «κυπριακό».
Ο εθισμός των σύγχρονων Ελλήνων (στην Ελλάδα, την Κύπρο και τη Διασπορά)
σε ανορθολογικές συμπεριφορές και παράλογες απόψεις έχει οδηγήσει
στην αδιαμαρτύρητη αποδοχή ενός προφανούς λάθους. Δηλαδή στη μετατροπή ενός
εθνωνυμίου σε δηλωτικό μόνο πολιτειακής ιδιότητας. Ή, ακόμα χειρότερα, την
οικειοποίηση του εθνωνυμίου από μέρος μόνο του εθνικού συνόλου.
Ο Κύπριος είναι αδιαμφισβήτητα
Έλληνας. Ιστορικά εντάσσεται στην ελληνική εθνότητα, σε όποια μορφή και αν αυτή
εμφανίστηκε στην ιστορία. Επίσης, από τις απαρχές της εμφάνισης της έννοιας του
πολιτικού έθνους, οι Κύπριοι εντάχθηκαν αυτόματα στην κατηγορία αυτή. Είναι
γνωστή η συμμετοχή των Κυπρίων στο κίνημα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, αλλά
και σ' όλες τις επαναστατικές εθνικοαπελευθερωτικές διαδικασίες που συνέβησαν
στην Εγγύς Ανατολή από το 1821 και εντεύθεν.
Κατά συνέπεια, το ζήτημα της
επικράτησης όρων αναντίστοιχων με το περιεχόμενό τους δημιουργεί ενδιαφέροντα
ερωτήματα.
Ποιος είναι ο
Έλληνας σήμερα;
Η απόπειρα πλήρους οικειοποίησης
του εθνωνυμίου «Έλληνας» μέσω της κατασκευής σχημάτων που λίγο αντιστοιχούσαν
στην πραγματική κατάσταση, δεν αφορά μόνο την ματαιοδοξία των σύγχρονων
κατοίκων της Ελλάδας. Βασίζεται σε μια άγνωστη υπόγεια διεργασία για κατασκευή
νέου περιεχομένου του όρου με βάση την πολιτειακή υπόσταση και όχι την
εθνική καταγωγή. Το εγχείρημα άρχισε να διαμορφώνεται από την εποχή
που υπουργός Εξωτερικών ήταν ο Μιχ. Παπακωσταντίνου. Εκείνη την εποχή, κάποιοι
κύκλοι ευελπιστούσαν ότι το κυπριακό πρόβλημα θα επιλυόταν με την εμφάνιση μιας
νέας εθνικής κυπριακής ταυτότητας που θα περιλάμβανε και τις δύο εθνικές (ή
θρησκευτικές) κοινότητες του νησιού.
Η προσπάθεια έφτασε στο απόγειό της
την εποχή των Σημίτη-Παπανδρέου, τότε που οι οργανικοί διανοούμενοι του
συστήματος (μοντέρνοι ιστορικοί και πολιτικοί επιστήμονες) κυριαρχούσαν
ιδεολογικά ελέω απόλυτης εξουσιοδότησης από την εξουσία. Η τάση που
διαμορφώθηκε στον «εκσυγχρονιστικό», «αντιεθνικιστικό», «φεντεραλιστικό» κ.λπ.
χώρο (δεξιό, κεντρώο και αριστερό) αποσκοπούσε στην ουδετεροποίηση του κράτους
με την αποκοπή του από το ιδρυτικό έθνος. Σύμφωνα μ' αυτή την αντίληψη, το
πέρασμα από το έθνος-κράτος στο «κράτος των πολιτών» επέβαλε την
από-εθνικοποίηση του όρου που χαρακτήριζε τους πολίτες του κράτους. Όμως, αντί
να επιλέξουν όρους όπως «Ελλαδίτης» ή «Ελλαδικός», που
αντιστοιχούσαν με τον καλύτερο τρόπο στη "νέα" αυτή θεώρηση
αποφάσισαν να αλλάξουν το περιεχόμενο του εθνικού όρου «Έλληνας» και να τον
μετατρέψουν εννοιολογικά, ώστε να σημαίνει «Ελλαδίτης». Παράλληλα, καθιερώθηκαν
πλήρως νέοι προσδιορισμοί για τους εξωελλαδικούς Έλληνες: «(προνεωτερικοί)
ελληνορθόξοι» για τους Μικρασιάτες προ του '22, «Ελληνοκύπριοι» για τους
Έλληνες της Κύπρου, «Ρωμιοί» για τους μειονοτικούς Κωσταντινουπολίτες και ας
αναγνωριζόταν ως «Έλληνες» στη Συνθήκη της Λωζάννης, «Ελληνοπόντιοι» για τους
Έλληνες από την πρώην ΕΣΣΔ.
Στις
διεργασίες αυτές συνέβαλε και η παραδοσιακή υπεροψία των κυρίαρχων ελλαδικών ελίτ,
που αποσκοπούσαν στην πλήρη οικειοποίηση του όρου, ως μέσο ιδεολογικής
νομιμοποίησης και απόλυτης κυριαρχίας. π.χ. ενώ το κράτος λέγεται «Ελλάδα» και
όχι «Ελληνία», συνταγματικά κατοχυρώνεται και ο όρος «Ελληνική Δημοκρατία»,
αντί του ορθού «Δημοκρατία της Ελλάδας».
Σε πολιτικό επίπεδο, θα έπρεπε να
αποκατασταθούν οι έννοιες. Και το κύριο βάρος γι αυτό πέφτει στους κυπριακούς
ώμους. Είναι ακατανόητη η έλλειψη αντίδρασης των Κυπρίων, των φυσικών προσώπων
αλλά και της διπλωματικής τους αποστολής στην Ελλάδα. Εκτός εάν η συγκεκριμένη
μεθόδευση απηχεί και κυπριακές προσδοκίες.
Η φυσική τάξη των πραγμάτων -όπως
αυτά διαμορφώθηκαν την εποχή της νεωτερικότητας- είναι να ονομάζεται «Έλληνας»
ο οποιοσδήποτε αναγνωρίζει τον εαυτό του ως μέλος της συγκεκριμένης εθνικής
οντότητας, ανεξάρτητα από γεωγραφική καταγωγή ή πολιτισμική κατάσταση. Κατά
συνέπεια, ο κάθε υπήκοος της κράτους που φέρει το όνομα «Ελλάδα» είναι απλώς «Eλλαδίτης» ή «Ελλαδικός»,
ανεξαρτήτως της εθνικής του καταγωγής. Όπως επίσης και «Κύπριος», ο υπήκοος της
Κύπρου, ανεξάρτητα από εθνική καταγωγή. Δηλαδή ο Τούρκος ή ο Πομάκος ή ο
Αρμένιος ή αύριο ο πολιτογραφημένος Πακιστανός ή ο Μαροκινός θα είναι
«Ελλαδίτης». Το ίδιο και ο Τούρκος ή ο Μαρωνίτης ή ο Αρμένιος της Κύπρου, θα
είναι «Κύπριος». Με τον ίδιο τρόπο που αυτό γίνεται, για παράδειγμα, με τους
Άραβες: Άραβες είναι όλοι -και μόνο- οι ανήκοντες στο αραβικό έθνος. Το κάθε
αραβικό κράτος περιγράφει με ξεχωριστό τρόπο τους υπηκόους του. Ακόμα και η
μητρόπολη του αραβικού κόσμου, η Σαουδική Αραβία δεν επιχείρησε να μονοπωλήσει
τον όρο «Άραβας» για τους πολίτες του κράτους της.
Η Ελλάδα αποτελεί για άλλη μια φορά «θαυμαστή»
εξαίρεση!Ο Βλάσης Αγτζίδης είναι διδάκτορας ιστορίας
πηγή “Ελευθεροτυπία” (28-3-2013).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου