O υπουργός Παιδείας και το πανεπιστημιακό κατεστημένο! Είχα την
ευκαιρία τόσο σαν βουλευτής όσο ακόμα περισσότερο σαν γραμματέας της
Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής,
να ζήσω από κοντά εξαρχής την
προσπάθεια με τον τελευταίο νόμο για τις αλλαγές στην τριτοβάθμια
εκπαίδευση. Υπήρχε βούληση από όλους εμάς που βλέπαμε ότι η κατάσταση
που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια στα ελληνικά πανεπιστήμια δεν
πήγαινε άλλο. Ήταν προφανές.
Μια βόλτα άλλωστε στα ανώτατα ιδρύματα θα έπειθε τον καθένα.
Η τότε υπουργός είχε δει και αυτή την προσπάθεια σαν προσωπικό της
στοίχημα. Ξέραμε ότι το εγχείρημα ήταν δύσκολο και απαιτούσε λεπτούς
χειρισμούς, καθώς παρόμοιες προσπάθειες στο παρελθόν είχαν αποτύχει πριν
καν ξεκινήσουν.
Μάλιστα, για την όσο το δυνατόν καλύτερη προετοιμασία συναντηθήκαμε
τρεις φορές σπίτι της πέρα από τις πολλές ώρες που συζητήθηκε στη Βουλή
θεσμικά. Έπειτα ήρθε η συμφωνία με τα κόμματα της αντιπολίτευσης που
κατοχύρωνε ότι δεν θα άλλαζαν τα πάντα ανάλογα με το ποια κυβέρνηση
είναι στην εξουσία.
Το νομοσχέδιο ψηφίστηκε από ευρύτατη πλειοψηφία. Θεωρήσαμε πολλοί
τότε το γεγονός μια μεγάλη κατάκτηση για μια πραγματική αλλαγή στα
πανεπιστήμια αλλά και προπομπό μιας κουλτούρας συναίνεσης, απαραίτητη
για τα μεγάλα ζητήματα του τόπου.
Από την πρώτη στιγμή υπήρξαν αντιδράσεις από τις διοικήσεις των
πανεπιστημίων. Ακούσαμε δυνάμεις που έλεγαν ότι ο νόμος δεν πρόκειται να
εφαρμοστεί, έστω και αν είχε ψηφιστεί! Άλλες δυνάμεις εμπόδισαν με
βίαιο τρόπο τις εκλογές στα πανεπιστήμια και οι ίδιοι οι πρυτάνεις
έκαναν αντίσταση «ποντάροντας» ότι θα κερδίσουν χρόνο.
Ίσως μια άλλη κυβέρνηση έρθει και, όπως πολλά πράγματα στην Ελλάδα, θα μείνει και αυτός ο νόμος στα χαρτιά.
Και κάπου εκεί, αναλαμβάνει την ηγεσία του υπουργείου, ο έγκριτος κατά τα άλλα πανεπιστημιακός, κ. Γ. Μπαμπινιώτης. Μη σεβόμενος την προσπάθεια που είχε γίνει και μη ρωτώντας ουσιαστικά κανέναν, βάζει
στην άκρη την τεράστια πλειοψηφία της Βουλής και αποφασίζει να αλλάξει
εκείνο το σημείο που ήταν και το κλειδί για την άσκηση πίεσης προς τα
πανεπιστήμια, την εξάρτηση δηλαδή της χρηματοδότησης από την εφαρμογή
του νόμου. Όλα τα άλλα είναι εκ του περισσού.
Ο κύριος υπουργός ανδρώθηκε και δοξάστηκε μέσα σε ένα συγκεκριμένο
σύστημα. Πώς λοιπόν τώρα που είχε την ευκαιρία θα μπορούσε να μην
ανταποδώσει;
Αποδεικνύεται έτσι ακόμη ότι η λήψη αποφάσεων δεν είναι θέμα αν στην ηγεσία βρίσκονται πολιτικοί ή τεχνοκράτες.
Αλλά αν βρίσκονται άνθρωποι που επιθυμούν πραγματικές αλλαγές γι’ αυτόν
τον τόπο ή άνθρωποι που επιθυμούν να μείνει η κατάσταση ως έχει και να
συντηρήσουν κατεστημένα.
Άλλωστε στην τελευταία κυβέρνηση Παπαδήμου που ήταν ευκαιρία για
βαθιές συναινετικές αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος, είδαμε πολλά τέτοια
πισωγυρίσματα (σε πολλά από αυτά και με ευθύνη της Νέας Δημοκρατίας που
θέλησε «να αντιπολιτευθεί συμπολιτευόμενη»).
Από το φορολογικό που αποχώρησε, τη μη συγχώνευση οργανισμών
μέχρι και το συμμάζεμα της κρατικής τηλεόρασης, όπου η διοίκησή της,
αποφασίζοντας για την ίδια, έκρινε ότι η δομή πρέπει να παραμείνει ως
έχει, ακόμη και το περιοδικό Ραδιοτηλεόραση.
Έτσι όμως δεν μπορούμε να πάμε πολύ μακριά. Αν δεν πούμε τις αλήθειες
και κυρίως δεν δράσουμε γρήγορα, το μέλλον δεν προοιωνίζεται ευχάριστο.
Και τότε δεν θα μας φταίει καμία τρόικα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου